vacker

Hint: (m.) 2 möjl.

ωραίος όμορφος

Info: ωραίος,-α,-ο όμορφος,-η,-ο

luft, vind

ο αέρας

motsats

το αντίθετο

eftermiddagsmat, middag

το απογευματινό

eftermiddags-

Hint: (m.)

απογευματινός

Info: απογευματινός,-ή,-ό

kvälls-, kvällens

Hint: (m.)

αποψινός

Info: αποψινός,-ή,-ό

morgondagens

Hint: (m.)

αυριανός

Info: αυριανός,-ή,-ό

sträng

Hint: (m.)

αυστηρός

Info: αυστηρός,-ή,-ό

lämna, låta

αφήνω

Info: αφήνω,-ομαι

Αfrika

η Αφρική

skyltfönster, vitrin

η βιτρίνα

kvällsmat

το βραδινό

kvälls-

Hint: (m.)

βραδινός

Info: βραδινός,-ή,-ό

visare

ο δείκτης

sekund

Hint: (δ...)

το δευτερόλεπτο

förströelse, nöje, underhållning

η διασκέδαση

min, din o.s.v. (egen, eget, egna)

Hint: (m.)

δικός

Info: δικός,-ιά(-ή),-ό μου κλπ.

arbeta

δουλεύω εργάζομαι

Info: δουλεύω,-ομαι

en(ett) och en(ett) halv(t),halvannan(-t)

Hint: (m.)

ενάμισης

Info: ενάμισης, μιάμιση, ενάμισι

halv tio

εννιάμισι

halv tolv

εντεκάμισι

halv sju

εξίμισι

repetition, upprepning

η επανάληψη

adverb

το επίρρημα

trevlig, glädjande

Hint: (m.)

ευχάριστος

Info: ευχάριστος,-η,-ο

ny

Hint: (m.) (ej ν...)

καινούριος

Info: καινούριος,-α,-ο

god kväll, god dag

η καλησπέρα

mot, enligt

κατά

flicka

η κοπέλα το κορίτσι