älska, tycka om

αγαπώ

Info: αγαπώ,-ιέμαι

ohövlig

Hint: (m.)

αγενής

Info: αγενής,-ής,-ές

vild

Hint: (m.)

άγριος

Info: άγριος,-α,-ο

vara likgiltig

αδιαφορώ

idrottsman

ο αθλητής

häst

το άλογο

försumlig, vårdslös

Hint: (m.)

αμελής

Info: αμελής,-ής,-ές

sandig

Hint: (m.)

αμμώδης

Info: αμμώδης,-ης,-ες

emellan, mitt ibland

ανάμεσα

hota

απειλώ

Info: απειλώ,-ούμαι

trolös, otrogen

Hint: (m.)

άπιστος

Info: άπιστος,-η,-ο

undra

Hint: 2 möjl.

απορώ αναρωτιέμαι

utgöra

αποτελώ

Info: αποτελώ,-ούμαι

vara sen

αργώ

skämt, vits

το αστείο

borgerlig

Hint: (m.)

αστικός

Info: αστικός,-ή,-ό

borgare

ο αστός

längtan till storstaden

η αστυφιλία

oordentlig

Hint: (m.)

άτακτος

Info: άτακτος,-η,-ο

ta bort, subtrahera

αφαιρώ

Info: αφαιρώ,-ούμαι

djup

Hint: (a.)

βαθύς

Info: βαθύς,-ιά,-ύ

tung

Hint: (m.)

βαρύς

Info: βαρύς,-ιά,-ύ

industriell

Hint: (m.)

βιομηχανικός

Info: βιομηχανικός,-ή,-ό

hjälpa

βοηθώ

Info: βοηθώ,-ιέμαι

finna

βρίσκω

Info: βρίσκω,-ομαι

kattunge

το γατάκι

grannskap

η γειτονιά

grann-

Hint: (m.)

γειτονικός

Info: γειτονικός,-ή,-ό

skratta

γελώ

Info: γελώ,-ιέμαι