att

πώς

möte

το ραντεβού

lockig

Hint: (m.)

σγουρομάλλης

Info: σγουρομάλλης,-α,-ικο

schack

το σκάκι

sopa, avfall

το σκουπίδι

beröva

στερώ

Info: στερώ,-ούμαι

uppröra, gripa, beveka

συγκινώ

Info: συγκινώ,-ούμαι

diskutera

συζητώ

Info: συζητώ,-ιέμαι

träffa

συναντώ

Info: συναντώ,-ιέμαι

kontraherad

συνηρημένος

Info: συνηρημένος,-η,-ο

hög, mängd

ο σωρός

lat

τεμπέλης

Info: τεμπέλης,-α,-ικο

konst, yrke

η τέχνη

telegrafera

τηλεγραφώ

Info: τηλεγραφώ,-ούμαι

telefon

το τηλέφωνο

hedra, vörda, ära

τιμώ

Info: τιμώ,-ιέμαι

(be)straffa

τιμωρώ

Info: τιμωρώ,-ούμαι

dra

τραβώ

Info: τραβώ,-ιέμαι

sjunga

τραγουδώ

Info: τραγουδώ,-ιέμαι

slå hål, göra hål (i), genomborra

τρυπώ

Info: τρυπώ,-ιέμαι

hälsa

Hint: (s.)

η υγεία

frisk

Hint: (m.)

υγιής

Info: υγιής,-ής,-ές

interurban,riks-

Hint: (m.)

υπεραστικός

Info: υπεραστικός,-ή,-ό

ta på sig, klä sig i, ha på sig

φορώ

Info: φορώ,-ιέμαι

blåsa

Hint: (v.)

φυσώ

Info: φυσώ,-ιέμαι

röst

η φωνή

smek

το χάδι

le

χαμογελώ

förlora

χάνω

Info: χάνω,-ομαι

gås

η χήνα