doftaμοσχοβολώ |
museumτο μουσείο |
värdinnaη νοικοκυρά |
indikativη οριστική |
(modig) ung manτο παλικάρι |
prästο παπάς |
uppehåll, dagen före, aftonη παραμονή |
(slags) pajη πίτα |
första aprilη Πρωταπριλιά |
första majη Πρωτομαγιά |
strömτο ρεύμα |
(grill) spettη σούβλα |
kransτο στεφάνι |
författareο συγγραφέας |
föreningο σύλλογος |
slutligenτελικά |
(slags) vetebrödτο τσουρέκι |