astronautο αστροναύτης |
motorvagnη αυτοκινητάμαξα |
ankomstη άφιξη |
vagnτο βαγόνι |
korridor, gångο διάδρομος |
hålla på, vara, dröjaδιαρκώ |
tidtabellτο δρομολόγιο |
kontrollο έλεγχος |
för (i) övrigtεξάλλου |
kontaktη επαφή |
passagerareο επιβάτης |
halvklot, hemisfärτο ημισφαίριο |
ljud, ton, klangο ήχος |
åskådareo θεατής |
segelbåtτο ιστιοφόρο |
normalt, i regel, regelbundetκανονικά |
kolτο κάρβουνο |
befälhavareο κυβερνήτης |
maskin, apparat, motorη μηχανή |
mysteriumτο μυστήριο |