journalist

ο δημοσιογράφος

avstånd, rymd

το διάστημα

rymdskepp

το διαστημόπλοιο

satellit

ο δορυφόρος

importera; inleda

εισάγω

Info: εισάγω, -ομαι

(för)minska, reducera, sänka

ελαττώνω

Info: ελαττώνω, -ομαι

intresse

το ενδιαφέρον

intressera

ενδιαφέρω

Info: ενδιαφέρω, -ομαι

intressant

ενδιαφέρων

Info: ενδιαφέρων, -ουσα, -ον

nyhets-, underrättelse-

Hint: (m.)

ενημερωτικός

Info: ενημερωτικός, -ή, -ό

exportera

εξάγω

Info: εξάγω, -ομαι

utforskning

η εξερεύνηση

utforskare, upptäcktsresande

ο εξερευνητής

utforska (ett land)

εξερευνώ

Info: εξερευνώ, -ούμαι

uppfinning

η εφεύρεση

uppfinnare

ο εφευρέτης

uppfinna

εφευρίσκω

Info: εφευρίσκω, -ομαι

daglig (η..)

Hint: (m.) 2 möjl.

ημερήσιος καθημερινός

Info: ημερήσιος, -η, -ο καθημερινός,-ή,-ό

hälft

το ήμισυ

temperatur

η θερμοκρασία

dödlighet

η θνησιμότητα

historisk

Hint: (m.)

ιστορικός

Info: ιστορικός, -ή, -ό

plikt

το καθήκον

daglig (κ..)

Hint: (m.) 2 möjl.

καθημερινός ημερήσιος

Info: καθημερινός, -ή, -ό ημερήσιος,-η,-ο

brännande

Hint: (s.)

το κάψιμο

social, samhällelig

Hint: (m.)

κοινωνικός

Info: κοινωνικός, -ή, -ό

kött, fläsk

το κρέας

trafik

η κυκλοφορία